Κυριακή

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ ΘΑΡΡΟΣ "ΚΑΛΑΜΑΤΙΑΝΗ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ" [26 Φεβρουαρίου 1905]

Απόψε θα ταξιδέψουμε νοερά, χάρις στο ιστορικό χρονογράφημα της εφημερίδας "ΘΑΡΡΟΣ" στο μακρινό 1905 που παραθέτω αυτούσιο :

 Η φιλοπρωτία και αι διακρίσεις είναι φυσικόν αίσθημα ενυπάρχον εις τους ανθρώπους και τα ζώα. Προκειμένου δε μάλιστα περί των ανθρώπων είναι εις μέγιστον βαθμόν ανεπτυγμένον εις τον κύκλον του ωραίου.

Δια τούτο δεν είναι άπορον πως και ενταύθα προ πολλού μεταξύ του ωραίου φύλου επεκράτησεν η ιδέα της διακρίσεως, αφού αύτη εκαλλιεργήθη και όχι μετεδόθη εξ Αθηνών.

Μία από όλας αυτάς τας διακρίσεις είναι και ο καθορισμός ωρισμένων ημερών περιπάτου του καλού ενταύθα κόσμου εν Παραλία κατά το σύστημα του Φαλήρου.

Είναι αληθές ότι τας Κυριακάς η παραλία μας παρουσιάζει εν σμικρώ το Φαληρικόν θέαμα κατά την πληθώραν του κόσμου, όπου όλαι αι καλαί και λαϊκαί τάξεις κατέρχονται και συναθροίζονται εις το εβδομαδιαίον εκείνον περίπατόν μας.

Η Αριστοκρατία μας συνεσκέφθη προ πολλού και απεφάσισε την παραδοχήν άλλης ωρισμένης ημέρας της εβδομάδος δια τον περίπατον και την συγκέντρωσιν εν Παραλία, ίνα μη η ατμόσφαιρα μολύνεται από τας πνοάς των λαϊκών τάξεων, αίτινες δια του συμφυρμού καταρρίπτουν τας διακρίσεις.

Και η ημέρα ευρέθη και προσδιωρίσθη το Σάββατον, η μόνη ημέρα ήτις δια των οικογενειακών και εργατικών ασχολιών εγγυάται την αποχήν των λαϊκών τάξεων εκ του περιπάτου.

Το Σάββατον jour fix του καλού καλαματιανού κόσμου εν Παραλία.

Όσοι εξ ημών των λαϊκών, μεταξύ των οποίων δυστυχώς συγκαταλέγομαι και εγώ, ηυτυχήσαμεν να πληροφορηθώμεν την σκέψιν και απόφασιν ταύτην του κομψού καλού μας κόσμου, αναμένομεν μετ’ ανυπομονησίας το πρώτον Σάββατον δια να ίδωμεν τα εγκαίνια της πρώτης jour fix του κόσμου τούτου εις την Παραλίαν.

Εκεί εφαντάσθημεν όλα τα λεπτά και αιθέρια σώματα, την αγγελικήν καλλονήν, την κομψήν ομιλίαν όλα μαζί με τας απαραμίλλους εις κάλλος και πλούτον αμφιέσεις, αποτελούντα εν έξοχον και ιδανικόν σύμπλεγμα.

Εκεί εφαντάσθην να κολυμβήσω εις ατμόσφαιρα μύρων και να εισπνεύσω ηδυπαθή αρώματα, να μεθυσθώ από το όλον ωραίον το οποίον θα μου παρουσιάση το Σάββατον της παραλίας.

Και προς στιγμήν ωνειροπόλησα εμαυτόν μέλος της κομψής εκείνης συναθροίσεως και εβαυκαλιζόμην εις ρεμβασμούς της… Αριστοκρατίας.

Το Σάββατον ήλθε, από την ανυπομονησίαν μου την μεσημβρίαν δεν έφαγα, αι ώραι μοι εφάνησαν χρόνος.

Τέλος ήλθε η 4η μ.μ., ανεκουφίσθην και ανετριχίασα. Εκλέγω το καλλίτερον αμάξι και με φρεσκοκτενισμένην χωρίστραν και γυαλισμένα παπούτσια, ο μόνος ευπρεπισμός όστις προέδιδεν εις την περιβολήν μου το εξαιρετικόν, κατέρχομαι εις την Παραλίαν. Καθ’ οδόν εσκεπτόμην, τα μάτια όλου του καλού κόσμου τα οποία ήθελον πέση επάνω μου.

Φθάνω εις την Παραλίαν, κατέρχομαι. Μπα! Τι ερημιά είναι αυτή! Κατ’ αρχάς υπέθεσα μήπως ο ανόητος αμαξάς μου με αποβίβασε εις την Ανάληψιν. Αλλ’ όχι. Να η σειρά των καφενείων, να οι ηλεκτρικοί λαμπτήρες, όλα τα γνωστά εις την θέσιν των. Ήμην εις τον τόπον της συγκεντρώσεως. Κάθημαι εις το διακεκριμένον καφενείον του Ρόκου και παραγγέλλω καφέ. Τα καθίσματα όλα κενά.

Ενδοιάζω μήπως δεν είναι Σάββατον. Αλλ’ όχι βεβαιούμαι ότι είναι Σάββατον, διότι την προηγουμένην είχον μεταβή εις την Εκκλησίαν ν’ ακούσω τους χαιρετισμούς, την δε μεσημβρίαν έφαγα λάδι.

Ιδού μία χονδρή με το φέσι συνοδευομένην από τον σύζυγόν της με την προέχουσαν κοιλίαν του.

Φθάνει ακολούθως άλλο ανδρόγυνον ακολουθούμενον από την υπηρέτριαν φέρουσα εις την αγκαλιά της το μωρό τους.

Τρίτον ανδρόγυνον με παιδιά και μία πεπλοφορεμένη με μαύρα κυρία με την ολοστρόγγυλη θυγατέρα της και το σκυλί της. Όλοι κάθονται εις το ίδιον καφενείον περί εμού.

Ένας ακόμη δανδής συνεπλήρωσε τον παραλιζόμενον καλόν κόσμον την ωρισμένην εκείνη ημέραν του Σαββάτου.

Μετ’ ολίγον λογομαχία μεταξύ του ανωτέρω δανδή και του καφεπώλου, προεκάλεσε την προσοχήν μας. Ο κύριος επέπληττε τον καφεπώλην, διατί δεν πλένει τα χέρια του να μη μυρίζουν από ταραμά, την οσμήν του οποίου ησθάνθη εις το ποτήριον του νερού.

Ο καφεπώλης δικαιολογείτο ότι το ίδιον ποτήριον μόλις είχε αποσύρει από το τραπέζι του παρακαθημένου προγάστορος κυρίου.

Δεν ετελείωσε το επεισόδιον τούτο και αμέσως γοεραί φωναί ακούονται ενός μικρού από το απέναντι τραπέζι, διότι ο μεγαλείτερος αδελφός του του έφαγε το λουκούμι του. Ο πατήρ εράπισε τον λαίμαργον και τα κλάματα του δαρέντος επέτειναν τον θόρυβον.

Άλλη μάχη πάρα πέρα. Μία κυρία εμάλωνε την υπηρέτριάν της διότι ήτο ξεμυαλισμένη και δεν έλαβε μεθ’ εαυτής και δεύτερον παντελονάκι του μικρού δια ν’ αντικαταστήση το λερωθέν.

Δαιμονιώδης θόρυβος ακούεται, το τραπέζι ανατρέπεται και τα φλιτζάνια και ποτήρια ριφθέντα χαμαί ετσακίσθησαν.

Είχε πηδήσει επάνω εις το τραπέζι το σκυλάκι της ολοστρόγγυλης κόρης.

Ο καφετζής λογομαχεί με την μαυροφορεμένην χήραν μητέρα δια την πληρωμήν της ζημίας.

Εβράδιασε και έφυγα με τας πρώτας εντυπώσεις των εγκαινίων της jour fix της αριστοκρατίας μας δια τον περίπατον της παραλίας.

Χρονογράφος



Παρασκευή

Μεσσηνία: Ντόπια ψιλοφάσουλα καλλιεργούνται ξανά στο βάλτο Σπερχογείας


“Η απόφαση πάρθηκε μετά από συνεννόηση με τον φίλο Παναγιώτη Ξυνό από τη Μεσσήνη, που μελέτησε πώς πρέπει να κάνουμε την καλλιέργεια τεχνικά έναντι των παλιών χρόνων, που γινόταν χειρωνακτικά περισσότερο”, μας είπε ο Π. Περρωτής και παρατήρησε: “Το ρισκάραμε, το αποφασίσαμε. Σπείραμε μια έκταση και το καταφέραμε. Κι ευελπιστούμε ότι θα γίνουμε ακόμα καλύτεροι σε απόδοση και να είναι πιο καθαρό το φασόλι μας που προσφέρεται στην κατανάλωση, γιατί έχουμε ορισμένα σπασμένα”. Μας υπενθύμισε ότι “το φασόλι είχε να καλλιεργηθεί εδώ και 40 χρόνια στην περιοχή, στη Μακαρία γη, όπως έλεγαν παλιά και στο βάλτο της Σπερχογείας” και διευκρίνισε πως “είδαμε ότι αξίζει κι έχουμε ανταπόκριση από την κατανάλωση. Το έχουμε το προϊόν εδώ και 20 ημέρες μαζέψει και βλέπουμε ότι το προτιμάει ο κόσμος, γιατί είναι πολύ βραστερό και γίνεται χυλός και είναι και νόστιμο”.

Ο κ. Περρωτής μας ενημέρωσε ότι “το περισσότερο το δώσαμε στους εμπόρους, στον κ. Βρυώνη και στον κ. Παπαθεοδώρου, κι έχουμε κρατήσει κι εμείς και δίνουμε σε όποιον μας ζητήσει” και απαντώντας σε ερωτήσεις μας σημείωσε: “Βάλαμε 70 στρέμματα εδώ στο βάλτο και η τιμή είναι ικανοποιητική. Πιάνει 2 ευρώ στον παραγωγό από τον έμπορο και λιανικώς το δίνουμε και παραπάνω, 2,5 ευρώ, ενώ στη λαϊκή έχει 3 ευρώ. Του χρόνου την ίδια ποσότητα θα βάλουμε, για να είμαστε σίγουροι για την κατανάλωση. Να μην είναι πολύ περισσότερο από αυτό που μπορούμε να καταναλώσουμε εδώ, γιατί δεν έχουμε καμία ζήτηση από άλλους νομούς”. Δήλωσε πως “θα προσπαθήσουμε να το διαφημίσουμε και την επόμενη, αν δούμε ότι μας ζητάνε, θα την αυξήσουμε την καλλιέργεια” και πληροφόρησε πως “εδώ γινόταν μεγάλη κατανάλωση στο πράσινο φασόλι, στο ψιλοφάσουλο που λέγαμε παλιά κι επιστημονικά ροβίτσα. Εδώ παλιά μπορεί να καλλιεργούνταν πάνω από 500 στρέμματα”. Ξεκαθάρισε ότι “το ψιλοφάσουλο είναι πιο εύκολη και πιο οικονομική καλλιέργεια στο κοστολόγιο, σε σχέση με το ρύζι” και κατέληξε, αναφερόμενος στο ζήτημα της διάθεσης: “Συμφέρει, το πρόβλημα θα είναι στην πορεία αν και κάποιοι άλλοι θέλουν να καλλιεργήσουν, το πού θα το διαθέσουμε. Το μεγάλο πρόβλημα για μας τους αγρότες, για ό,τι καλλιεργούμε, είναι η διάθεση”.

Ο έμπορος Νίκος Παπαθεοδώρου που αγόρασε και προωθεί τα ψιλοφάσουλα, σημείωσε πως “οτιδήποτε γίνει για να γίνουμε παραγωγικοί, εμάς θα μας βρίσκει πάντα σύμφωνους και πάντα δίπλα στους αγρότες. Είναι ένα εγχείρημα που έκαναν, αφού έχουν χωράφια και μπορούν να καλλιεργήσουν και καλά έκαναν. Εμείς θα είμαστε δίπλα τους”. Παρατήρησε ότι “ο κόσμος πρέπει να το μάθει, εμείς εδώ το γνωρίζουμε το προϊόν. Καλό είναι να το μάθουν και στην υπόλοιπη Ελλάδα, είναι ένα όσπριο ελαφρύ, νόστιμο και καλαματιανό”. Ξεκαθάρισε ότι “οποιαδήποτε προσπάθεια αξίζει, πρέπει να αμείβεται, πρέπει να είμαστε δίπλα τους, να ανταμείβεται, ώστε να δίνουμε κίνητρα και για άλλους αγρότες να μπορέσουν να κάνουν αυτό το εγχείρημα”.

Ο κ. Παπαθεοδώρου είπε “ένα μεγάλο μπράβο και στον κ. Περρωτή και στον κ. Ξυνό που παρά τις δυσκολίες αυτής της εποχής και τις συγκυρίες, τολμήσανε, κάνανε. Εγώ θα είμαι δίπλα τους, ήδη πήραμε μερικές ποσότητες, ήδη τις διαθέτουμε στην τοπική αγορά, αλλά και παραπέρα”.

Τέλος, επιβεβαίωσε ότι “δεν είναι τόσο ευρέως γνωστό, όσο είναι εδώ στην Καλαμάτα” και διευκρίνισε πως “οι ποσότητες που έχουν βγάλει, είναι πολύ λίγες, επαρκούν μόνο για την περιοχή της Καλαμάτας. Για να μπορέσουμε να το δείξουμε, να το δοκιμάσει ο κόσμος, επειδή και του χρόνου θα υπάρχει μεγαλύτερη παραγωγή, προσπαθούμε να το προωθήσουμε”.

Υ.Γ: Δοκιμάστε τα είναι "ΜΟΝΑΔΙΚΑ" !!

Πέμπτη

Μεσσηνία: Αφημένος στην τύχη του ο παλιός σιδηροδρομικός σταθμός Ασπροχώματος (Χάνια Κουμουνδούρου)

Εγκαταλελειμμένος και λεηλατημένος ο σιδηροδρομικός σταθμός στο Ασπρόχωμα προκαλεί θλίψη και στενοχώρια.

Η εγκατάλειψη αφορά και τα χαντάκια της περιοχής, που κάποτε καθάριζε ο ΟΣΕ, με αποτέλεσμα σε κάθε δυνατή και με διάρκεια βροχή να δημιουργούνται πλημμυρικά φαινόμενα.


Η εικόνα της εγκατάλειψης και της λεηλασίας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από κατοίκους του Ασπροχώματος, που έχουν βιώματα ζωής στο σταθμό.
“Κάποτε εδώ υπήρχε μεγάλη ακμή και ο σταθμός δούλευε πάρα πολύ και με εμπορεύματα και με μεταφορές και με κόσμο”, παρατήρησε ο Περικλής Τσιμόγιαννης, κάτοικος της περιοχής και σταθμάρχης στο Ασπρόχωμα, όταν το τρένο μεσουρανούσε. Μας ενημέρωσε ότι “επειδή ήμουν σταθμάρχης εδώ, οι εισπράξεις ήταν γύρω στα 8,5 με 9 εκ. δραχμές το μήνα. Οταν σταμάτησαν τα εμπορεύματα και κατάργησαν τα εμπορικά τρένα, οι εισπράξεις έφθασαν στις 300.000 δρχ.”. Επεσήμανε χαρακτηριστικά πως “εκεί καταλάβαμε ότι έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση και παρ’ όλες τις καινούργιες σιδηροτροχιές καταλάβαμε ότι επέρχεται το τέλος του σιδηροδρόμου. Αυτό έγινε σε όλη τη σιδηροδρομική γραμμή του δικτύου Πελοποννήσου μέσω Τρίπολης και από το Καλό Νερό”.


Ανέφερε πως η κατάργηση του τρένου είχε και άλλες συνέπειες, καθώς “εκτός του κλεισίματος που ήταν κακό για την περιοχή, το νομό και για όλη την Πελοπόννησο, έκλεισαν τα χαντάκια που περιποιόταν ο ΟΣΕ, που είναι δίπλα στο δρόμο, που έφερναν όλα τα νερά που κατεβαίνουν από Καλάμι, Αντικάλαμο και Ασπρόχωμα”. Διευκρίνισε ότι “εγκατέλειψαν παντελώς τα ρέματα, με αποτέλεσμα να φράξουν και τα νερά να μην πηγαίνουν μέσω της φυσικής οδού που είχαν φτιάξει, στο ποτάμι. Και κάθε χρόνο που ρίχνει πολλή βροχή, εδώ ο τόπος γίνεται λίμνη, πλημμύρα. Πρέπει να γίνει κάτι άμεσα”.


Για την εικόνα του σταθμού που προκαλεί θλίψη, ο (φίλος, συγχωριανός και γείτονας) Περικλής [Λάκης] Τσιμόγιαννης παρατήρησε: “Ο σταθμός είναι διαλυμένος, τα σπάσανε όλα, δεν αφήσανε τίποτα. Πήραν και τα φώτα, που υπήρχε εδώ η ταμπέλα «Ασπρόχωμα». Ξηλώσανε τα καλώδια, δεν άφησαν τίποτα. Μέχρι και τις πόρτες στις τουαλέτες και τα καζανάκια, εξαφανίστηκαν όλα. Αυτή η εικόνα δεν μας τιμά”. Πρόσθεσε πως “απέναντι οι αποθήκες που ήταν τότε της ΕΑΣ και ήρθαν στα χέρια της Τράπεζας Πειραιώς έχουν γίνει σκουπιδότοπος. Το καλοκαίρι σπινιάρουν αυτοκίνητα και σηκώνεται σκόνη και στα σπίτια δίπλα δεν μπορείς να ανοίξεις παράθυρο”.


Υπενθύμισε ότι “είχαμε ζητήσει κάποτε τον σταθμό να τον κάνουμε πολιτιστικό κέντρο. Θα ασχολούμασταν οι κάτοικοι του Ασπροχώματος” κι ενημέρωσε με απογοήτευση πως “μας έλεγαν κάτι ασάφειες, ότι ανήκει στους ιταλικούς σιδηροδρόμους. Το μπαλάκι πετιόταν από τον έναν στον άλλον. Αποτέλεσμα, ουδέποτε έγινε σωστή δουλειά κι εργασία”.