Τρίτη

ΤΟ ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΟ ΤΩΝ ΑΓΡ. ΣΥΝ. ΓΑΡΓΑΛΙΑΝΩΝ

Στο τελικό στάδιο βρίσκονται οι συζητήσεις της διοίκησης του Αγροτικού Συνεταιρισμού (ΑΣ) Γαργαλιάνων με ενδιαφερόμενους Αμερικάνους επενδυτές για την πώληση του ελαιοτριβείου του.
Όπως δήλωσε στον ΑγροΤύπο και στον Σταύρο Παϊσιάδη ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού Τάσος Προσηλιακός «πιθανόν να πουλήσουμε ένα ακίνητο του συνεταιρισμού αλλά όχι τον ίδιο το συνεταιρισμό. Μιλάμε για το ελαιοτριβείο. Όμως, αυτή τη στιγμή η όλη διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη».
Και προσθέτει: «Από το περασμένο καλοκαίρι έχουν ξεκινήσει οι διαπραγματεύσεις με τους επενδυτές. Τώρα βρισκόμαστε στην τελική ευθεία. Το ποσό της εξαγοράς έχει συμφωνηθεί, αλλά περιμένουμε να δούμε και τα χρήματα. Η απόφαση έγινε δεκτή κατά πλειοψηφία από τη συνέλευση του συνεταιρισμού.
Συμφωνήσαμε να πουλήσουμε το ελαιοτριβείο στο ποσό των 3 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία πρέπει να κλείσει στις 18 Οκτωβρίου. Αν δεν υπογραφούν τότε τα συμβόλαια, θα ακυρωθεί η αγοραπωλησία. Όλα αυτά έχουν συμφωνηθεί με τους επενδυτές, αλλά θα πρέπει να δούμε να καταβληθούν και τα χρήματα».
Σύμφωνα με πληροφορίες του ΑγροΤύπου, η εταιρεία των υποψήφιων επενδυτών ιδρύθηκε μετά την απόφαση της συνέλευσης του συνεταιρισμού για την πώληση του ελαιοτριβείου, περίπου στα μέσα Ιουλίου.
Είναι offshore (υπεράκτια) με έδρα την Κύπρο και δύο θυγατρικές στη Μινεσότα των ΗΠΑ και στον Παναμά. Έχει ήδη καταβάλει μια προκαταβολή ύψους 231.000 ευρώ. Με την υπογραφή των συμβολαίων θα πρέπει να καταβληθούν το 50% του αντιτίμου στους παραγωγούς και το υπόλοιπο μέσα σε ένα εξάμηνο.

Ελαιοτριβείο Συνεταιρισμού
Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Γαργαλιάνων ιδρύθηκε το 1949 από 49 πρωτοπόρους ελαιοπαραγωγούς. Σήμερα αριθμεί 600 μέλη με προοπτικές αύξησής τους. Ο Συνεταιρισμός διαθέτει ιδιόκτητη κάθετη μονάδα επεξεργασίας ελαιοκάρπου, αποθήκευσης και τυποποίησης ελαιολάδου εμβαδού 1443 τ.μ., χτισμένη σε ιδιόκτητη έκταση εμβαδού 6.402 τ.μ.
Ο Συνεταιρισμός από το 2008 προχώρησε σε εκσυγχρονισμό των κτηριακών του εγκαταστάσεων και των μηχανημάτων επεξεργασίας του ελαιοκάρπου δημιουργώντας ένα πρότυπο ελαιοτριβείο.

Η τεχνολογική υποδομή του εργοστασίου έχει δυνατότητα επεξεργασίας ελαιοκάρπου 10.000 κιλά ελαιοζύμης ανά ώρα, και εξασφαλίζει την άριστη ποιότητα λαδιού και την προστασία του περιβάλλοντος, αφού τα μηχανήματα επεξεργασίας ελαιοκάρπου λειτουργούν αποκλειστικά σε δύο φάσεις.

ΠΗΓΗ

Κυριακή

ΤΥΡΒΑΖΩ, ΤΥΡΒΑΖΕΙΣ, ΤΥΡΒΑΖΟΥΜΕ ΟΙ ...ΑΘΕΟΙ !!

Μια από τις πολλές ευαγγελικές ρήσεις του Ιησού που έλαβαν στο διάβα του χρόνου χαρακτήρα αποφθέγματος και χρησιμοποιούνται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό νεοελληνικό λόγο είναι αυτή που αναφέρει ο Λουκάς σχετικά με την επίσκεψη του Κυρίου στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά» (Λουκ. 10, 41).

Τις περισσότερες φορές η λόγιας καταγωγής φράση «περί πολλά τυρβάζει/-ῃ» («ασχολείσαι, καταπιάνεσαι, καταγίνεσαι με πολλά πράγματα») παρουσιάζεται αλλοιωμένη, καθώς ακόμη και άνθρωποι των γραμμάτων λένε ή γράφουν «περί πολλών τυρβάζει» ή συγχέουν το β’ ενικό πρόσωπο του ρήματος τυρβάζομαι με το γ’ ενικό πρόσωπο του ρήματος τυρβάζω.

Κατ’ αρχάς, όσον αφορά την πτώση που (πρέπει να) συνοδεύει την πρόθεση περί στη συγκεκριμένη φράση, θα επιμείνουμε στην αιτιατική —περί πολλά τυρβάζει ή περί άλλα τυρβάζει— και θα απορρίψουμε τη γενική — περί πολλών τυρβάζει ή περί άλλων τυρβάζει.

Και τούτο, όχι επειδή η γενική είναι λανθασμένη από συντακτικής απόψεως —η πρόθεση περί μετά γενικής σημαίνει ήδη από την αρχαία ελληνική γλώσσα αναφορά, δηλαδή ως προς κάτι, εν σχέσει προς κάτι, αναφορικώς προς κάτι—, αλλά επειδή εδώ εξετάζουμε μια παροιμιώδη φράση, μια τυποποιημένη, καθιερωμένη έκφραση, που πρέπει γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο να χρησιμοποιείται όπως έχει στο πρωτότυπο.
Σε ό,τι αφορά τώρα το τι ακριβώς σημαίνει η υπό εξέταση φράση, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι το τυρβάζει/-ῃ είναι β’ ενικό πρόσωπο του παθητικού τυρβάζομαι και όχι γ’ ενικό πρόσωπο του ενεργητικού τυρβάζω, όπως πολλοί —οι περισσότεροι ίσως εξ όσων μεταχειρίζονται τη φράση— πιστεύουν.

Το ενεργητικό τυρβάζω, ρήμα της αρχαίας ελληνικής που σήμαινε ανακατώνω ή αναταράσσω, δε χρησιμοποιείται στη νέα ελληνική γλώσσα. Το παθητικό τυρβάζομαι, ρήμα της αρχαίας ελληνικής που σήμαινε βρίσκομαι σε ταραχή και αταξία, συνωστίζομαι ή συνθλίβομαι, επιβιώνει στη νέα ελληνική ως αμετάβατο αρχαιοπρεπές ρήμα που έχει τη σημασία τού ασχολούμαι, καταπιάνομαι ή καταγίνομαι με κάτι, επιδίδομαι με αφοσίωση σε κάτι.

Επομένως, το «περί πολλά/άλλα τυρβάζει/-ῃ» σημαίνει «ασχολείσαι, καταπιάνεσαι, καταγίνεσαι με πολλά/άλλα πράγματα» και όχι «ασχολείται, καταπιάνεται, καταγίνεται με πολλά/άλλα πράγματα».

Έχοντας πλέον ξεκαθαρίσει τα του τυρβάζω/τυρβάζομαι, μπορούμε να παραθέσουμε σε μετάφραση το σχετικό χωρίο από το ευαγγέλιο του Λουκά:

Καθώς πορεύονταν (ο Ιησούς και οι μαθητές του), αυτός εισήλθε σε ένα χωριό. Μια γυναίκα που ονομαζόταν Μάρθα τον φιλοξένησε στο σπίτι της. Η αδελφή της, που ονομαζόταν Μαρία, καθισμένη κοντά στα πόδια του Ιησού, παρακολουθούσε τη διδασκαλία του. Η Μάρθα, που είχε αφοσιωθεί στο να προσφέρει τις υπηρεσίες της, να περιποιηθεί τους επισκέπτες της, πλησίασε και είπε: «Κύριε, δε σε μέλει που η αδελφή μου με άφησε μόνη μου να προσφέρω τις υπηρεσίες μου; Πες της λοιπόν να με βοηθήσει». Κι ο Ιησούς τής αποκρίθηκε τα εξής: «Καλή μου Μάρθα, για πολλά νοιάζεσαι και για πολλά αναστατώνεσαι, ενώ μόνον ένα είναι απαραίτητο. Η δε Μαρία διάλεξε την εκλεκτή μερίδα, που δε θα της αφαιρεθεί ποτέ και από κανέναν».

Στο ανωτέρω απόσπασμα, ο Ιησούς αντιδιαστέλλει τα φαγητά που προθυμοποιήθηκε να ετοιμάσει και να προσφέρει στον ίδιον και τους μαθητές του η Μάρθα προς την εκλεκτή μερίδα που διάλεξε η Μαρία και δεν είναι άλλη από την πνευματική τροφή, την οποία προσέφερε ο ίδιος ο Κύριος και είχε παντοτινά, αναφαίρετα οφέλη.

ΠΗΓΉ

Κ.Δούσης blog: ΜΝΗΜΕΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 17 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1973

Κ.Δούσης blog: ΜΝΗΜΕΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 17 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1973: Μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973, πολλοί εκ των συμμετεχόντων στην εξέγερση έσπευσαν να διεκδικήσουν τις δάφνες γ...

Σάββατο

Ολόκληρη η «απαγορευμένη» εισήγηση του Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσοστόμου, ακολουθεί:

Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,


Τίς εὐχαριστίες μου ἐκφράζω μέ πολύ σεβασμό πρός τόν Μακαριώτατο Ἅγιο Πρόεδρο γιά τήν ἐνημέρωση τήν ὁποίαν μᾶς ἔκανε καί μέ τήν ὁποίαν ἀρκετά σημεῖα ἀλλά ὄχι ὅλα διευκρινίστηκαν ἀναφορικά πρός τήν λεγόμενη Συμφωνία μεταξύ τοῦ Πρωθυπουργοῦ καί Προέδρου τῆς Κυβέρνησης καί τοῦ Μακαριωτάτου.


Α. Παρά τόν διθυραμβικό τρόπο μέ τόν ὁποῖον παρουσιάστηκε αὐτή ἡ «ἱστορική Συμφωνία» ἐντούτοις ἡ ἴδια ἡ κυβερνητική διαχείρισή της ἀποδυνάμωσε ὅλη αὐτή τήν προσπάθεια καί φαίνεται ὅτι ἀπέδειξε καί τόν ἐπιδιωκόμενο στόχο της.
Ὅπως ἔχω ἤδη δηλώσει ἡ παροῦσα «Συμφωνία» εἶναι μία ἁπλή καταγραφή (memoradum) θέσεων, ἀπόψεων, προτάσεων καί ἐπιδιώ­ξεων μέ πολλές ἀσάφειες, ἀδιευκρίνιστες προτάσεις καί ἀβεβαιότητες, ἡ ὁποία ἀνοίγει ἀρκετά νομικά ζητήματα ὅπως καί δημιουργεῖ νέα νομικά θέματα καί γιά τά ὁποῖα οὐδεμία ἐπίλυση ὑποδεικνύεται καί δέν μπορεῖ οὔτε νά θεωρηθεῖ οὔτε ὅτι εἶναι πραγματική Συμφωνία.

Θά μοῦ ἐπιτρέψετε λοιπόν νά θέσω ὁρισμένα ἐρωτήματα καί νά κάνω ὁρισμένες παρατηρήσεις καί ἐπισημάνσεις, σέ κάθε ἕνα ἀπό τά ἀναφερόμενα σημεῖα αὐτῆς τῆς οἱωνεί Συμφωνίας.


1) Τό Δελτίο Τύπου τῆς 6-11-2018 τῆς Γεν. Γραμματείας τοῦ Πρωθυπουργοῦ ὁμιλεῖ γιά διάλογο «πολυετῆ, ἀναλυτικό καί εἰλικρινῆ... με­τα­ξύ Πολιτείας καί Ἐκκλησίας». Ἀπό πότε δηλαδή ὑφίσταται ἕνας τέτοιος διά­­λο­­γος, στόν ὁποῖον συζητοῦντο ἡ μισθοδοσία τοῦ κλήρου καί ἡ ἀξιοποίη­ση τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας; Ὁ Πρωθυπουργός ἀνέφερε γιά πρό τριετίας.

Ποιός διεξήγαγε ἀπό μέρους τῆς Ἐκκλησίας αὐτόν τόν διάλογο ;

2) Στό ἴδιο Δελτίο Τύπου δηλώνεται ὅτι «στόχος μας εἶναι νά θέσουμε τό πλαίσιο διευθέτησης καί ἐπίλυσης ἱστορικῶν ἐκκρεμμοτήτων, ἀλλά καί νά ἐνισχύσουμε τήν αὐτονομία τῆς Ἐκκλησίας».

Ἡ μόνη ἱστορική ἐκκρεμμότητα εἶναι ὁ τρόπος καταγραφῆς, κατοχύρωσης καί ἀξιοποίησης τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας ὄχι ὅμως καί ἡ μισθοδοσία τοῦ κλήρου, γιά τήν ὁποία, ἤδη ἀπό τό 2013 μέ τόν νόμο 4111/2013 (ΦΕΚ. 18/25-1-2013) τοῡ Ἀντώνη Σαμαρᾶ, τό θέμα ἔχει ἐπιλυθεῖ.

3) Ἡ ὑπό μορφή νομοθετικῆς ρύθμισης κατωχύρωση αὐτῆς τῆς «ἱστορικῆς Συμφωνίας μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας» δέν διασφαλίζει τίποτε ἀπό ὅσα προτείνονται καί περιλαμβάνονται σ’ αὐτήν.

Γνωρίζετε ἐπίσης Μακαριώτατε ὅτι κανένας ὅρος Συμφωνιῶν δέν ἒχει τηρηθεῖ (χρηματική ἀποζημίωση, δωρεά ἀκινήτων κ. ἄ).

Β. Ὕστερα ἀπό τά παρόντα εἰσαγωγικά, ἔρχομαι στήν κατ’ ἄρθρον ὑπόδειξη τῶν ἀσαφειῶν καί σκοτεινῶν σημείων τῆς «Συμφωνίας».

1. Γιατί στό ἐδάφιο 1 τό Ἑλληνικό Δημόσιο ἀναγνωρίζει μόνο τόν ἀναγκαστικό νόμο 1731/1939 καί ὄχι καί τήν νομοθετική κατοχύρωση τῆς σύμβασης τοῦ 1952 ;

Γιά ἕνα καί ἁπλό λόγο. Στή συζήτηση γιά τή Σύμβαση τοῦ 1952, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε στή Βουλή ἀναφέρεται καί διευκρινίζεται στά Πρακτικά ὅτι ἀναλαμβάνει τό Ἑλληνικό Δημόσιο τήν ὑποχρέωση τῆς κάλυψης τῆς μισθοδοσίας τοῦ κλήρου καί τά ἔξοδα λειτουργίας τῆς ἐκκλη­σια­στικῆς ἐκπαίδευσης, κάτι γιά τό ὁποῖο δέν ὑφίσταται οὔτε κατά τή συζή­τη­ση στόν ἀναγκαστικό νόμο τοῦ 1939 ἀλλά καί οὔτε συμπεριελήφθη στή Σύμβαση τοῦ 1952 καί πολλῷ μᾶλλον στήν Εἰσηγητική Ἔκθεση.

Ἔτσι λοιπόν ἐδῶ ἔχουμε τήν πρώτη πράξη διαφοροποίησης τῆς συμβατικῆς ὑποχρέωσης τοῦ Ἑλληνικοῦ Δημοσίου γιά τήν κάλυψη τῆς μι­σθο­δοσίας τοῦ κλήρου καί τά ἔξοδα λειτουργίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐκπαί­δευσης πού ἦταν καί ἡ ἀρχική ἐπιδίωξή σας, ὅπως γράφετε στό βιβλίο σας γιά τήν ἐκκλησιαστική περιουσία Μακαριώτατε, ἔναντι τοῦ τρόπου ἀξιο-ποίησης καί ἐκμετάλλευσης τῆς ἐκκλησιαστι­κῆς περιουσίας, τῆς ὁποίας ἔχει πάρει ἤδη τό 96%, τό Ἑλληνικό Δημόσιο καί σέ μερική συσχέτιση πρός τήν ἐκκλησιαστική περιουσία, τήν ὁποία θά συνδιαχειριστεῖ καί συνεκμμετα­λευ-τεῖ τό Ἑλληνικό Δημόσιο καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.

2) Στό ἐδάφιο 2 δηλώνεται : «Τό Ἑλληνικό Δημόσιο ἀναγνωρί­ζει ὅτι ἀνέλαβε τή μισθοδοσία τοῦ κλήρου, ὡς μέ εὐρεία ἔννοια, ἀντάλλαγμα γιά τήν ἐκκλησιαστική περιουσία πού ἀπέκτησε».

Θεωρῶ ὅτι δέν ὑπάρχει ποιό ἀσαφές ἐδάφιο μέ τό ὁποῖο προσπα­θεῖ νά μᾶς πεῖ ὅτι ἡ «συμβατική ὑποχρέωση» γιά τό θέμα τῆς μισθοδο­σίας τοῦ κλήρου καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας εἶναι «ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ» καί ὄχι «συγκεκριμένῃ», ὅμως τί σημαίνει νομικά αὐτή ἡ ἔκφραση ; Ἐπίσης ἡ χρήση τοῦ ρήματος «ἀνέλαβε» σημαίνει ὅτι συνεχίζει καί ἀναλαμβάνει καί μετά τήν Συμφωνία; Γιά ποιά περιουσία ὁμιλεῖ, τῆς περιόδου 1920-1935 ἢ καί μετά ταῡτα;

3) Στό ἐδάφιο 3 ἀπεμπολεῖται ὄχι ἡ δημοσιοϋπαλληλική ἰδιό­τη­τα ἀλλά ἡ ἐγγύηση τοῦ Ἑλληνικοῦ Δημοσίου ἔναντι τῆς μισθοδοσίας τοῦ κληρικοῦ, ὡς θρησκευτικοῦ λειτουργοῦ, γεγονός τό ὁποῖο ἒχει ὡς συνεπ-ακόλουθο τήν διαγραφή τῶν κληρικῶν ἀπό τήν «Ἑνιαία Ἀρχή Πληρωμῶν».

Αὐτό ὅμως Μακαριώτατε εἶναι μία ἀπεμπόληση κεκτημένου δικαιώματος τῶν κληρικῶν, γιά τό ὁποῖο ἀγωνιζόταν ἡ Ἐκκλησία νά τό διασφαλίσει ἤδη ἀπό τό ἔτος 1945 καί τό πέτυχε τό 2013 καί ἡ παροῦσα «Συμφωνία» ὕστερα ἀπό 5 χρόνια ἔρχεται νά τό διαγράψει.

Δέν ξέρω ἐάν ἔχουμε τό δικαίωμα ἐμεῖς αὐτό σήμερα ὄχι μόνο ἔναντι τῆς ἱστορίας ἀλλά κυρίως ἔναντι τοῦ μέλλοντος ὡς πρός τήν ἐπιβίωση τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας.

Ἐπιπλέον ἡ παροῦσα διαγραφή ἀπό τήν «Ἑνιαία Ἀρχή Πληρω­μῶν» θέτει πολλά ἀκόμη θέματα ὡς πρός τήν ἔννοια τοῦ προσώπου καί τοῦ χαρακτῆρος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τοῦ δημοσιοϋπαλληλικοῦ χαρα­κτῆ­ρος τῆς μισθοδοσίας, τῆς ἰατροφαρμακευτικῆς περίθαλψης, τῆς ἀσφάλι­σης καί τοῦ συνταξιοδοτικοῦ τῶν κληρικῶν, ἐνῶ δέν ἀναφέρει τίποτε γιά τό ὑποδεικνυόμενο καθεστώς ὡς πρός τό μέλλον τῶν ἤδη συνταξιοδοτούμενων κληρικῶν καί τῶν συγγενῶν τους.

Ἡ διαθρυλλούμενη ἐπίσης ἄποψη ὅτι «ἐργοδότης τῶν θρη­σκευ­τικῶν λειτουργῶν εἶναι ὄχι τό Δημόσιο ἀλλά οἱ Μητροπόλεις τους», ὅπως ἒχει γραφεῖ μᾶς ἐπαναφέρει στό μισθολογικό καθεστώς πρό τοῦ 1945. Ποιός λοιπόν θά εἶναι ὁ ἐργοδότης τους, ὁ ὁποῖος «θά παραμείνει ὁ ἴδιος»; (!!!) Δεν μπορῶ ἐπίσης νά φανταστῶ μέ ποιό τρόπο θά ἐπιτευχθεῖ ἡ συνταγματική διασφάλιση τῆς μισθοδοσίας.

Ἐρωτῶ οἱ ὑπάλληλοι τῶν ΔΕΚΟ, Καθηγητές Πανεπιστημίου καί ἄλλοι εἶναι δημόσιοι ὑπάλληλοι ὡς μισθοδοτούμενοι ἀπό τήν «Ἑνιαία Ἀρχή Πληρωμῶν»;

4) Στό ἐδάφιο 4 ἐπίσης ἐμφανίζεται μία νέα κατάσταση τῆς μισθοδοσίας. Ἡ καταβολή ἐτησίως τοῦ ποσοῦ πού ἀντιστοιχεῖ στό κόστος μισθοδοσίας «τῶν ἐν ἐνεργείᾳ ἱερέων» (ὄχι τῶν συνταξιούχων ; ) «ὑπό μορφή ἐπιδότησης» καί ὄχι «ὡς συμβατική ὑποχρέωση» ἢὡς «μισθώματα», εἶναι ὅμως γνωστό, ὅτι εἶναι νομικά ἰσχυρότερη ἡ «συμβατική ὑποχρέωση» τοῦ Κράτους ὡς πρός τήν ἀφηρημένη καί ἀσαφή μορφή τῆς ἐπιδότησης, ὅπως καί ἀπόλυτα δεσμευτική νομικά γιά τό ἴδιο τό Ἑλληνικό Δημόσιο. Μπορεῖ νά μέ διορθώσει κάποιος ἐάν σφάλλω. Ἐπιδοτήσεις καί ἐπιχορηγήσεις δίδονται καί σέ φορεῖς τοῦ ἰδιωτικοῦ δικαίου καί σέ φορεῖς τοῦ δημοσίου δικαίου (ΔΕΚΟ, ΟΤΑ, ΑΕΙ) ὄχι ὅμως γιά τήν μισθοδοσία, ἀλλ' ὡς ἐπιπλέον οἰκονομική ἐνίσχυση τῶν προϋπολογισμῶν τους.

5) Δέν νομίζω ὅτι ἔχουμε ἄλλη μορφή διατύπωση παραίτησης δικαιωμάτων τῆς Ἐκκλησίας ὡς πρός τήν ἐκκλησιαστική περιουσία ἔστω καί ἄν αὐτή ἡ ἀπεμπόληση ἀφορᾶ τά τοῦ νόμου τοῦ 1939, στό ἐδάφιο 5.

6) Στό ἐδάφιο 6 ἀνακοινώνεται ἡ ἵδρυση «Εἰδικοῦ Ταμείου τῆς Ἐκκλησίας» τό ὁποῖο θά προορίζεται ἀποκλειστικά γιά τή μισθοδοσία τῶν κληρικῶν.

Ἐρωτῶ : ποιά θά εἶναι ἡ νομική του μορφή ; Ἀπό τόν καθορι­σμό τῆς νομικῆς μορφῆς τοῦ συγκεκριμένου ταμείου θά ἐξαρτηθοῦν ἤ καί θά καθοριστοῦν καί ἄλλες μελλοντικές νομικές μορφές σχέσεων Ἐκκλησίας καί Κράτους. Ἀπό πού θά χρηματοδοτεῖται τό συγκεκριμένο Ταμεῖο; Θά εἶναι βιώσιμο;

7) Μέ ποιό τρόπο διασφαλίζεται ὁ σημερινός ἀριθμός τῶν ὀρ­γανικῶν θέσεων τῶν κληρικῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως καί γιά τούς ἐκκλησιαστικούς ὑπαλλήλους ; Πόσες εἶναι αὐτές οἱ ὀργανικές θέσεις ; Ἀκόμη δέν ἔχουμε νομιμοποιήσει τίς ὑφιστάμενες ἐνορίες καί τίς ἐφημερια­κές θέσεις πού ἀναλογοῦν σ’ αὐτές μέ τόν Κανονισμό πού ἒχουμε ἢδη ἐγκρί-νει καί δέν ἔχουμε συζητήσει γιά «σημερινό ἀριθμό» ὀργανικῶν θέσεων. Ἡ ἔλλειψη νομιμοποίηση τῶν ὀργανικῶν θέ­σεων τῶν ἐφημερίων εἶναι δικό μας λάθος, γιατί ὅταν στήν Δ.Ι.Σ. (περιόδου 2012-2013) καί στήν Ι.Σ.Ι. (Ὀκτώβριος 2014) ἐτέθη τό θέμα, ἀπό τόν ὁμιλοῦντα καί μερικούς ἄλλους Ἀδελφούς Ἀρχιερεῖς, ὡς ἐπιτακτική ἀνάγκη ἡ νομοθετική κατοχύρωσή τους ἀντέστει τότε ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Φιλίππων καί τό σῶμα ὑπαναχώρησε καί ἔθεσε τήν ὅλη ὑπόθεση ad calendam, σήμερα θά κληθοῦμε νά πληρώσουμε ἁμαρτίες παλαιές.

Γ. Ἔρχομαι τώρα στά ἐδάφια πού ἀναφέρονται στό λεγόμενο «Ταμεῖο Ἀξιοποίησης Ἐκκλησιαστικῆς Περιουσίας».

α) Μέ τό ὅλο πλαίσιο ἵδρυσης τοῦ συγκεκριμένου «Ταμείου» ἀνοίγονται νέες μορφές σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας μέ τίς ὁποῖες ὅμως δέν διασφαλίζεται τίποτε ὄχι μόνο ὡς πρός τήν διαχείριση καί ἀξιο­ποίη­ση τῆς ἐναπομεινάσης ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας ἀλλά καί ὡς πρός τήν κατοχύρωσή της.

β) Στό ἐδάφιο 11 ἡ «Συμφωνία ὁμιλεῖ γιά διαχείριση καί ἀξιο­ποίη­ση τῶν ἀπό τό 1952 καί μέχρι σήμερα ἤδη ἀμφισβητουμένων μεταξύ Ἑλ­ληνικοῦ Δημοσίου καί Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος περιουσιῶν ἀλλά καί κάθε ἄλλου περιουσιακοῦ στοιχείου. Ἔχουμε δηλαδή μία συνδιαχείριση θεσμική πλέον τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἀπό τό Ἑλληνικό Δημόσιο καί τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὄχι ὅμως καί ὁποιασδήποτε ἄλλης περιουσίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Δημοσίου.

γ) Θέλετε νά σᾶς θυμίσω τί ἔγινε κατά τό παρελθόν μέ ἀνάλο­γους ἐκκλησιαστικούς ὀργανισμούς (Γενικό Ἐκκλησιαστικό Ταμεῖο, ΟΔΕΠ, ΤΑΚΕ...) καί μέ τίς περιουσίες τους ; Νομίζω, ὅτι ὅλοι θυμώμαστε τί ἔγινε μέ τήν κινητή καί ἀκίνητη περιουσία τοῦ ΤΑΚΕ ὅταν νομοθετικά καταργήθηκε καί μάλιστα μονομερῶς ἀπό τήν Ἑλληνική Πολιτεία!!!

Στό τέλος θά χάσουμε καί τήν περιουσία πού ἔχουμε σήμερα καί τήν ὁποία οὔτε ἔχουμε καταγράψει καί γιαυτό δέν μποροῦμε οὔτε νά τήν ἐκτιμήσουμε–κοστολογήσουμε, οὔτε νά τήν ἀξιολογήσουμε, νά τήν κτημα-τολογήσουμε καί νά τήν ἀξιοποιήσουμε.

δ) Δέν ὑπεισέρχομαι στά ἐδάφια 12,13, καί 14 γιατί ἡ ἐφαρμογή τους προϋποθέτει ἕνα ἰδανικό πλαίσιο σχέσεων ἐμπιστοσύνης μεταξύ Ἐκ-κλησίας καί Πολιτείας.

ε) Τό τελευταῖο ἐδάφιο τῆς «Συμφωνίας» (15), εἶναι ὅ,τι ποιό ἀσαφές, διολισθαίνον, ἐπικίνδυνο καί ἀνασφαλές.

Ἤθελα μόνο νά ἐρωτήσω :

α) Ἡ ἐκκλησιαστική αὐτή περιουσία στό σύνολό της εἶναι ἱκανή ὣστε ἀπό τήν ἐκμετάλλευσή της ἀπό τό ΤΑΕΠ θά ἀποδίδει ἐτησίως ὡς κέρδος 420.000.000 εὐρώ περίπου, ὥστε τό 50% νά πηγαίνει γιά τήν μισθοδοσία καί τό ἄλλο 50% στό Ἑλληνικό Δημόσιο, ἒστω καί μετά παρέλευση δεκαετίας;

Τήν ἀπάντηση τήν δίνει βουλευτής τοῦ ΣΥΡΙΖΑ καί πρ. ὑπουργός, ὁ ὁποῖος φαίνεται ὅτι στηρίζει τήν παροῦσα «Συμφωνία». Ἀναφέρει : «καί ὅσο καί ἄν εἶναι κουραστικό, ἄς ἀναρωτηθοῦμε γιά ἄλλη μία φορά ἄν ὑπάρ­χει οἰκονομοτεχνική μελέτη πού νά ἀποδεικνύει ὅτι ἀπό τήν ἀξιοποίηση αὐτῆς τῆς περιουσίας μποροῦν νά προκύψουν κέρδη 200.000.000 € ἐτησίως, γιά τήν κάλυψη τῆς μισθοδοσίας τῶν 10.000 κληρικῶν. Ἄς μᾶς προβληματί­σει τό γεγονός ὅτι μόνο δύο μεγάλες ἑλληνικές ἐπιχειρήσεις, κι’ αὐτές ὄχι σέ σταθερή βάση, καταφέρνουν νά ἔχουν κέρδη πάνω ἀπό 200.000.000 € ἐτησίως». (Nik. Φίλης).

β) Μᾶς διαφεύγει ὅτι ἡ μισθοδοσία τοῦ κλήρου καί ὅλα τά ἐργατικά δικαιώματα (περίθαλψη, ἀφάλεια, σύνταξη) ἔχουν νά κά­νουν μέ τό 96 % τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας πού ἔχει ἤδη πάρει τό Ἑλλη­νι­κό Δημόσιο. Τώρα μέ αὐτήν τήν «ἱστορική Συμφωνία» ἀπαλλάσεται τό Ἑλ­ληνικό Δημόσιο, ἀπό τήν ὑποχρέωση κάλυψης τῆς μισθοδοσίας καί τήν μισθοδοσία τοῦ κλήρου θά ἀναλάβει ἐξολο­κλή­ρου ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία, ἒστω καί σέ βάθος χρόνου εἰκο­σαετίας (!!!) μέ τό 50% ἀπό τό σύνολο τοῡ ποσοῦ ἀξιοποίησης τῆς ὑφιστάμενης ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας.

Γιά ὅλους αὐτούς τούς λόγους θεωρῶ ὅτι ἡ «Συμ­φωνία» εἶναι γεμάτη ἀσάφειες, κενά, δημιουργεῖ νέα νομικά θέματα καί δέν διασφαλίζει τίποτε ἀπό τά ἤδη κεκτημένα. Εἶναι μία πρόχειρη καί ἐπι­πόλαια γραμμένη «Συμφωνία», μέ τήν ὁποία ὠφελεῖται μονομερῶς τό Ἑλληνικό Δημόσιο.

Δ. Ἡ πρόταση μου Μακαριώτατε εἶναι ἡ ἑξῆς :

Ἡ «Συμφωνία» εἶναι ἀπορριπτέα, ἢδη τό σημεῖο 15 μᾶς δίνει αὐτήν τήν δυνατότη­τα, μέχρι νά διορθωθεῖ ἀπό ὁμάδα νομικῶν Μητροπολιτῶν, ἔχουμε ἀρκετούς, καί ἔγκριτους νομικούς ἐντός καί ἐκτός τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, καί νά ἔρθει σέ μία προ­σεχῆ Ἱεραρχία γιά περαιτέρω ἐπεξεργα-σία, καί ὓστερα νά τεθεῖ στή βάσανο τοῦ διαλόγου μέ τήν Πολιτεία.

Σέ ὅλη αὐτή τήν διαδικασία διόρθωσης τῆς «Συμφωνίας» ἀπό μέρους τῆς Ἐκκλησίας δέν θά πρέπει νά ἐξαιρεθεῖ ὁ ἐφημεριακός λόγος καί οἱ τοποθετήσεις τους γιά τά θέματα, ἀφοῦ εἶναι καί αὐτοί ἄμεσα θιγόμενοι, ὅπως καί οἱ ἐκκλησιαστικοί ὑπάλληλοι.

Ἐπίσης θά πρέπει νά τεθεῖ ἓνα πλαίσιο ὅτι :

α) Δέν ἀλλάζει τό ὑφιστάμενο μισθολο­γικό καθεστώς τῶν κληρικῶν καί τῶν ἐκ­κλησιαστικῶν ὑπαλλήλων ὡς και τά ἐργα­σια­κά και συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα.

β) Μέχρι τήν τελική ὁλοκλήρωση τῆς καταγραφῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, τήν κτηματολογική της καί τήν κοστολόγησή της δέν συζητοῦμε γιά ἵδρυση Τ.Α.Ε.Π. Τά ἀπογοητευτικά ἀποτελέσματα τοῦ ΤΑΙΠΕΔ δέν μᾶς δίνουν καί πολλά περιθώρια αἰσιοδοξίας (βλ. ἀξιοποίηση «Ἑλληνικοῡ»).

Ἐκφράζω τή λύπη μου γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο χρησι­μο­ποίησε τήν παροῦσα «Συμφωνία» ἡ Κυβέρνηση, ὡς ἐπικοινωνικό πυροτέ­χνη­μα.

Λυπᾶμαι γιά τήν ἔλλειψη σοβαρότητας ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία καί στό πρόσωπό Σας Μακαριώτατε κυβερνητικῶν παραγόντων, οἱ ὁποῖοι μέ τίς δηλώσεις τους Σᾶς ἐξέθεσαν καί δέν Σᾶς προφύλαξαν, ἀλλάν μᾶλλον ὑπονόμευσαν τήν «Συμφωνία».
Τέλος θά Σᾶς παρακαλοῦσα μέ ὅλο τό σεβασμό πρός τό πρό­σω­πό Σας καί ὡς Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, ὁ λαικός συνερ­γάτης τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν κ. Κων/νος Δήμτσας νά πάψει νά ἀναμειγνύεται καί νά διαμορφώνει τήν στάση τῆς κυβερνήσεως ἔναντι τῶν θεμά­των αὐτῶν καί νά ἀποτελεῖ τόν «διαμεσολαβητή» καί νά περιοριστεῖ στά καθήκοντα, τά ὁποῖα τοῦ ἔχει παραχωρή­σει ἡ Ἐκκλησία καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, καί στά ὑψηλά καθήκοντα πού τοῦ ἔχει ἀναθέσει ἡ Ἑλληνική Πολιτεία.

Ἐάν ἐπιθυμεῖτε νά ἀποκτήσετε διαύλους ἐπικοινωνίας μέ τόν πολιτικό κόσμο νομίζω ὅτι καί πρόσωπα ἐκκλησιαστικά ὑπάρχουν καί τόν τρόπο γνωρίζετε.

Σᾶς εὐχαριστῶ καί ζητῶ συγχνώμη ἀπό τό Ἱερό Σῶμα γιά τήν καταπόνηση καί γιά ὅσα εἶπα, πιθανῶς δυσάρεστα.

Κυριακή

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΑΡΣΕΝΗ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ ΣΗΜΙΤΗ (πρωτοσέλιδο της "ΝΕΑΣ ΣΕΛΙΔΑΣ")

«Θεωρώ ότι έχεις αυξημένη ευθύνη αυτή τη φορά να ακούσεις προσεκτικά τις απόψεις όλων όσους έχεις επίμονα αποφύγει όλα αυτά τα χρόνια. Δεν έχουμε περιθώρια για άλλα λάθη. Θα ήταν θανάσιμο λάθος να προσπαθήσουμε να καλύψουμε το πολιτικό κενό που εμείς οι ίδιοι, άλλωστε, δημιουργήσαμε με προεκλογικές παροχές, προσλήψεις και εξαγγελίες μακροπρόθεσμων στόχων. Χρειάζεται να αποδεχτούμε την πραγματικότητα. Χρειάζεται αυτοκριτική και αυστηρή απόδοση ευθυνών. Χρειάζονται τολμηρές ανατροπές. Πάνω από όλα χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε γιατί φτάσαμε εδώ. Πιστεύω ότι η ρίζα του κακού είναι ότι όχι μόνο δεν υλοποιήθηκε η επαγγελία του εκδημοκρατισμού και του εκσυγχρονισμού της χώρας και του κόμματος, αλλά αντίθετα εδραιώθηκαν, με δική σου ανοχή, ο αυταρχισμός και ένα αναχρονιστικό πελατειακό σύστημα Σου υπενθυμίζω ότι η εκλογή σου ως πρωθυπουργού τον Ιανουάριο του 1996 στηρίχτηκε σε έναν μεγάλο βαθμό στην επαγγελία της θεσμικής λειτουργίας του κόμματος και της κυβέρνησης».
«Δεν αναδείχθηκες πρωθυπουργός ούτε για να αποφασίζεις μόνος ούτε για να εγκαταστήσεις ένα κύκλωμα, τη δική σου ομάδα, στη δομή της εξουσίας. Κι όμως είναι ακριβώς αυτά που έγιναν. Και αν τουλάχιστον η ομάδα αυτή ήταν αιχμή του δόρατος για τον επαγγελλόμενο εκσυγχρονισμό, θα μπορούσε κάποιος να κατανοήσει – αλλά όχι να επιδοκιμάσει – την πολιτική σκοπιμότητα του εγχειρήματος. Αλλά δεν επρόκειτο περί αυτού. Πρέπει ήδη κι εσύ ο ίδιος να έχεις συνειδητοποιήσει ότι πολλά από τα άτομα της ομάδας που σε στήριξαν στο συνέδριο του 1996 και εξακολουθούν να σε στηρίζουν σήμερα, δεν διακρίνονται για τον εκσυγχρονιστικό τους ζήλο. Είχαν άλλωστε, με μεγάλη άνεση υπηρετήσει άλλους παλαιότερα κάτω από άλλες ιδεολογικές παντιέρες. Είναι τα μόνιμα και κρατικοδίαιτα στοιχεία σε κάθε κομματικό μηχανισμό που ανταλλάσσουν πρόθυμα ιδέες για εξουσία και στηρίζουν την κάθε ηγεσία, αρκεί να διατηρούν το προνομιακό κοινωνικό και εισοδηματικό status».
«Και εδώ είναι η νέμεσις: στηρίχθηκες σε ομάδα κομματικής και κρατικής εξουσίας που στο σύνολό της – αλλά και με λαμπρές εξαιρέσεις – υπέσκαψε κάθε προσπάθεια γνήσιου εκσυγχρονισμού. Είμαι βέβαιος ότι θα θυμάσαι πόσες φορές είχαμε σχολιάσει μαζί το γεγονός ότι ήταν οι λεγόμενοι “εκσυγχρονιστές” συνδικαλιστές (πρώην και εν ενεργεία) που υπονόμευσαν την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Τα προβλήματα που προέκυψαν και τελικά εξέθεσαν εσένα προσωπικά θα μπορούσαν να είχαν επιλυθεί ικανοποιητικά, αν είχες δώσει τη δυνατότητα να λειτουργήσουν ουσιαστικά οι δημοκρατικοί οι θεσμοί του κόμματος ώστε να συμμετέχουν όλοι στη διαμόρφωση της πολιτικής αλλά και στην αξιολόγηση της δράσης του καθενός. Παρακμιακά φαινόμενα ομαδοποίησης, ιδιοποίησης εξουσίας, αλαζονείας και διαφθοράς δεν αντιμετωπίζονται με φετφάδες και φαρισαϊσμούς, αλλά λύνονται με όρους πολιτικούς μέσα σε δημοκρατικούς θεσμούς. Δυστυχώς έλειψε ο σεβασμός στις δημοκρατικές διαδικασίες και στις αρχές της κομματικής συλλογικότητας. Απογοήτευσες τον πολίτη που περίμενε από εσένα μια άλλη ευαισθησία σε θέματα δημοκρατικής λειτουργίας».
Ο Γεράσιμος Αρσένης, αναφερόμενος στην πορεία της οικονομίας, επισημαίνει πως η οικονομική κρίση έχει ήδη αρχίσει με τις ασθενέστερες τάξεις να πλήττονται και ότι η διαφημιζόμενη τότε ανάπτυξη οφείλεται στη φούσκα των κατασκευών λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων και όχι σε παραγωγικές επενδύσεις. «Διερωτώμαι: Έπρεπε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας να φτάσει σε τέτοια απαξίωση, να ζει με τον εφιάλτη της ακρίβειας και της ανεργίας για να συνειδητοποιήσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ της νέας εποχής θέλει δικαιοσύνη και οικονομική ανάπτυξη; Στο εσωτερικό μέτωπο η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική. Ο λαός περιμένει από εμάς: α) πιο δίκαιη κατανομή εθνικού πλούτου και εισοδήματος, β) βελτίωση της ποιότητας των δημοσίων αγαθών (υγεία, παιδεία, περιβάλλον), γ) σύγχρονο και αδιάφθορο κράτος στην υπηρεσία του πολίτη δ) εξασφάλιση και σιγουριά εργασίας».
«Η πρόσφατη αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 4% ετησίως, κακώς χαρακτηρίζεται από τους κρατικούς επικοινωνιολόγους ως ανάπτυξη. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της αύξησης του ΑΕΠ καταδεικνύουν τον ασυμμετρικό και συνεπώς τον μη αναπτυξιακό και μη αυτοτροφοδοτούμενο χαρακτήρα της. Η εισοδηματική αύξηση οφείλεται κυρίως στις κατασκευές και στα έργα υποδομής που αυξάνονται με ρυθμούς 10% ετησίως. Η βιομηχανική παραγωγή αυξάνεται μόνο κατά 1% ετησίως, ενώ η αγροτική παραγωγή μειώνεται. Η αύξηση του εισοδήματος και η επακόλουθη ζήτηση για εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες έχει δημιουργήσει ένα επικίνδυνο παραγωγικό έλλειμμα, που πρόσκαιρα καλύπτεται από εισροή πόρων από το Γ’ ΚΠΣ και την ΚΑΠ. Αλλά αυτή η ενίσχυση δεν θα συνεχίζεται επ’ άπειρον, στον ίδιο τουλάχιστον βαθμό».
«Το ερώτημα, λοιπόν, τίθεται: Ποια θα είναι η λοκομοτίβα της ανόδου του εισοδήματος στην μετακατασκευαστική εποχή, όταν δηλαδή θα έχουν ολοκληρωθεί τα (πανάκριβα) Ολυμπιακά έργα και τα έργα υποδομής του Γ’ ΚΠΣ; Η ποιοτική σύνθεση των επενδύσεων δείχνει σαφώς ότι δεν έχουμε προετοιμάσει κανέναν κλάδο της οικονομίας για να παίξει αυτόν τον ρόλο. Το 65% του συνόλου των επενδύσεων αφορά στις κατασκευές. Μόνο το 33% κατευθύνεται στον εξοπλισμό, όπου όμως μόνο το 5% διατίθεται για νέες δραστηριότητες και νέα προϊόντα, ενώ το υπόλοιπο καλύπτει ανάγκες αντικατάστασης παλαιού μηχανολογικού εξοπλισμού ή επέκτασης δραστηριοτήτων που ήδη υπάρχουν. Δεδομένου ότι απαιτούνται τρία ή τέσσερα έτη για να τεθεί σε λειτουργία μια νέα επιχείρηση ή να γίνουν οι απαραίτητες αναδιαρθρώσεις, είναι σαφές ότι μετά το 2005, όταν θα σημειωθεί πτώση των εργασιών στον κατασκευαστικό τομέα, θα υπάρξει πρόβλημα. Για αυτό και η ύφεση μετά το 2005 είναι αναπόφευκτη».
«Μια περαιτέρω δυσκολία στην προοπτική να μετριαστεί τουλάχιστον η ύφεση, ανάγεται στη χρηματοδότηση των επενδύσεων. Κύρια πηγή χρηματοδότησης ήταν οι αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες στο παρελθόν ήταν 18% του ΑΕΠ. Ο Έλληνας καταναλωτής έχει κρατήσει την κατανάλωση στα ιστορικά επίπεδα, αλλά οι αποταμιεύσεις έχουν καταρρεύσει στο 5% του ΑΕΠ. Ο δημόσιος τομέας, στην καλύτερη περίπτωση, δεν θα μπορέσει να προσφέρει πάνω από 3%. Για να στηρίξουμε ένα ελάχιστο πρόγραμμα επενδυτικής δραστηριότητας σε ένα επίπεδο 15% του ΑΕΠ (καθαρές επενδύσεις), δηλαδή στα ιστορικά επίπεδα, θα χρειαστούμε εξωτερικούς πόρους (δανεισμός, ξένες επενδύσεις και εισροές από την Ευρωπαϊκή Ένωση) της τάξης του 7% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου δύο φορές το μέγεθος του Γ’ ΚΠΣ, πράγμα αδύνατον».


Διαβάστε όλο το άρθρο: https://www.altsantiri.gr/politiki/sto-fos-i-agnosti-epistoli-arseni-poy-kaiei-ton-kosta-simiti/#ixzz5Vua9C2Wt